Τα ερειπωμένα κτήρια είναι κατασκευές που έχουν εγκαταλειφθεί και παρουσιάζουν προχωρημένη φθορά λόγω φυσικών, περιβαλλοντικών ή ανθρωπογενών παραγόντων. Μπορεί να πρόκειται για κατοικίες, βιομηχανικά συγκροτήματα, δημόσια κτίρια ή θρησκευτικά μνημεία, τα οποία δεν συντηρούνται και σταδιακά καταρρέουν.
Η εγκατάλειψη αυτών των κτιρίων μπορεί να οφείλεται σε ποικίλους λόγους, όπως οικονομικές κρίσεις, δημογραφικές αλλαγές, πολεμικές συγκρούσεις, φυσικές καταστροφές ή μεταβολές στον αστικό σχεδιασμό. Η αποσύνθεση των υλικών εξαρτάται από το είδος της κατασκευής και τις περιβαλλοντικές συνθήκες. Η έκθεση στην υγρασία, οι θερμοκρασιακές μεταβολές και η βλάστηση επιταχύνουν τη φθορά, ενώ η ανθρώπινη παρέμβαση, όπως η λεηλασία και ο βανδαλισμός, επιδεινώνει την κατάσταση.
Τα ερειπωμένα κτήρια συχνά αποτελούν αντικείμενο αρχαιολογικής, ιστορικής και αρχιτεκτονικής έρευνας. Η μελέτη τους συμβάλλει στην κατανόηση του τρόπου ζωής, της τεχνολογίας και των κοινωνικών δομών του παρελθόντος. Σε πολλές περιπτώσεις, διατηρούνται ως πολιτιστική κληρονομιά μέσω προγραμμάτων αναστήλωσης και αποκατάστασης. Αντίθετα, σε άλλες περιπτώσεις, χαρακτηρίζονται ως επικίνδυνα και κατεδαφίζονται για λόγους ασφάλειας ή πολεοδομικού σχεδιασμού.
Η νομοθεσία σχετικά με τη διατήρηση των ερειπωμένων κτηρίων διαφέρει ανάλογα με τη χώρα και την ιστορική ή πολιτιστική τους σημασία. Σε ορισμένες περιπτώσεις, επιβάλλονται περιορισμοί στην κατεδάφιση, ενώ σε άλλες ενθαρρύνονται προγράμματα επανάχρησης ή αποκατάστασης. Οι αρχαιολογικοί χώροι και τα ιστορικά κτίρια συχνά προστατεύονται από διεθνείς οργανισμούς, όπως η UNESCO, ή από εθνικές νομοθεσίες που αποσκοπούν στη διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς.